- βουρδουλιά
- ηχτύπημα με βούρδουλα, μαστίγωμα: Πολλοί πολιτικοί κρατούμενοι πέθαιναν από τις βουρδουλιές.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
βουρδουλιά — η χτύπημα με βούρδουλα … Dictionary of Greek